Είναι αυτές οι τύψεις πως έχω να δω τον πατέρα μου κανένα μήνα που με κάνουν να αφήσω στην άκρη ότι άλλο κάνω, και με την γυναίκα μου και τον μικρό Ιάσονα να πάμε να δούμε τον Μεγάλο.
Ένα αναπάντεχο τηλεφώνημα ότι "ερχόμαστε", μιά χαρούμενη απάντηση στην άλλη πλευρά της γραμμής και τα τηγάνια ξεκρεμιούνται, η κατάψυξη ανοιγοκλείνει και σε λίγο θα τρώμε όλοι μαζί στο μπαλκόνι του 6ου ορόφου «ό,τι βρεθεί πρόχειρο».
Στο δρόμο για τον «παππού» φορτώνω τις ενοχές μου σε αυτόν τον σύγχρονο τρόπο ζωής που αποξενώνει τους ανθρώπους, που τους ξενιτεύει στην ίδια πόλη. Ξέρω καλά όμως πως δεν είναι μόνο αυτό. Είναι λίγο και όλες αυτές οι ιστορίες οικογενειακής γκρίνιας και απωθημένων που έχεις βαρεθεί να ακούς για 103η φορά – αφού τις έχεις μάθει απέξω- είναι και κάτι παράπονα και τραύματα που έχεις και εσύ ο ίδιος από τα παιδικά σου χρόνια, που αν και έχουν επουλωθεί, η αλλαγή του καιρού ενίοτε σου τα θυμίζει σαν κάποιο παλιό σημάδι από τον πόλεμο. Ναι, είναι κι' αυτά μέσα σ' όλα, που σε κάνουν να θεωρείς μια επίσκεψη στους γονείς σου και λίγο σαν αγγαρεία και κάπως σαν «υποχρέωση».
Εκεί στον 6ο όροφο θα φάτε ότι βρέθηκε από την κατάψυξη που δεν αδειάζει ποτέ, θα πείτε τα τελευταία νέα, θα μιλήσετε για τις τελευταίες αρρώστιες των γέρων και τα τελευταία τους μικροατυχήματα ψευτογελώντας με το αυτοσαρκαστικό «ε, ο γέρος ή από πέσιμο θα πάει ή από χέσιμο», θα στρίψετε εντέχνως τη συζήτηση σε άλλο θέμα προκειμένου να μην ακούσετε την ίδια παραπονεμένη ιστορία για 104η φορά, θα κάνετε χάζι και τον Μεγάλο Ιάσονα που κάνει χάζι τον Μικρό που προσπαθεί να παραστήσει τον μεγάλο, και θα γελάσετε καθώς το αεράκι του 6ου ορόφου θα πάρει μαζί του στην αιωνιότητα την στιγμή που περνά και χάνεται.
Χαίρεται ο παππούς καθώς ο μικρός συνονόματός του τού επιδεικνύει πως έμαθε να μετρά, διαβάζοντας ακόμα και τα νούμερα στις πόρτες των ορόφων:
Ένα αναπάντεχο τηλεφώνημα ότι "ερχόμαστε", μιά χαρούμενη απάντηση στην άλλη πλευρά της γραμμής και τα τηγάνια ξεκρεμιούνται, η κατάψυξη ανοιγοκλείνει και σε λίγο θα τρώμε όλοι μαζί στο μπαλκόνι του 6ου ορόφου «ό,τι βρεθεί πρόχειρο».
Στο δρόμο για τον «παππού» φορτώνω τις ενοχές μου σε αυτόν τον σύγχρονο τρόπο ζωής που αποξενώνει τους ανθρώπους, που τους ξενιτεύει στην ίδια πόλη. Ξέρω καλά όμως πως δεν είναι μόνο αυτό. Είναι λίγο και όλες αυτές οι ιστορίες οικογενειακής γκρίνιας και απωθημένων που έχεις βαρεθεί να ακούς για 103η φορά – αφού τις έχεις μάθει απέξω- είναι και κάτι παράπονα και τραύματα που έχεις και εσύ ο ίδιος από τα παιδικά σου χρόνια, που αν και έχουν επουλωθεί, η αλλαγή του καιρού ενίοτε σου τα θυμίζει σαν κάποιο παλιό σημάδι από τον πόλεμο. Ναι, είναι κι' αυτά μέσα σ' όλα, που σε κάνουν να θεωρείς μια επίσκεψη στους γονείς σου και λίγο σαν αγγαρεία και κάπως σαν «υποχρέωση».
Εκεί στον 6ο όροφο θα φάτε ότι βρέθηκε από την κατάψυξη που δεν αδειάζει ποτέ, θα πείτε τα τελευταία νέα, θα μιλήσετε για τις τελευταίες αρρώστιες των γέρων και τα τελευταία τους μικροατυχήματα ψευτογελώντας με το αυτοσαρκαστικό «ε, ο γέρος ή από πέσιμο θα πάει ή από χέσιμο», θα στρίψετε εντέχνως τη συζήτηση σε άλλο θέμα προκειμένου να μην ακούσετε την ίδια παραπονεμένη ιστορία για 104η φορά, θα κάνετε χάζι και τον Μεγάλο Ιάσονα που κάνει χάζι τον Μικρό που προσπαθεί να παραστήσει τον μεγάλο, και θα γελάσετε καθώς το αεράκι του 6ου ορόφου θα πάρει μαζί του στην αιωνιότητα την στιγμή που περνά και χάνεται.
Χαίρεται ο παππούς καθώς ο μικρός συνονόματός του τού επιδεικνύει πως έμαθε να μετρά, διαβάζοντας ακόμα και τα νούμερα στις πόρτες των ορόφων:
1...2...3...4...5...6.
Μετά σαν η ώρα περάσει και πρέπει να φύγετε, ο παππούς θα σας συνοδεύσει μέχρι την πόρτα του ασανσέρ ρουφώντας απ' το τζαμάκι μέχρι τελευταία στιγμή τα μικρά ποδαράκια και χεράκια που τεντώνονται για να πατήσουν εκείνα το κουμπί, ιδιαίτερα τώρα που έμαθαν να αναγνωρίζουν και τα νούμερα. Τη θυμάσαι αυτή τη σκηνή να επαναλαμβάνεται χρόνια τώρα, όταν κατά περιόδους τα χεράκια αυτά ήταν διαφορετικά, πριν τα δεις να μεγαλώνουν και να γίνονται χέρια, για να δώσουν τη σειρά τους σε άλλα χεράκια που μεγάλωσαν κι αυτά.
Θυμάσαι και το πρόσωπο του παππού που σας κοιτά από το παραθυράκι της πόρτας του ασανσέρ. Σαν πορτραίτο με κορνίζα μια πόρτα, και με λεζάντα 6ος ΟΡΟΦΟΣ. Μόνο που και εκείνο μεγαλώνει όπως και τα χεράκια: Κάθε νέο πορτραίτο γίνεται και πιο γκρίζο από το προηγούμενο.
Τα χεράκια θα πατήσουν το κάτω κουμπί και ο θάλαμος σε λίγο θα προσγειωθεί στην ματαιότητα του κόσμου αυτού που κάνει τον πλανήτη να φαίνεται σαν από κινούμενη άμμο, ενώ ο μικρός Ιάσονας θα έχει αναλάβει την αντίστροφη μέτρηση:
6...5...4...3...2...1.
Αν και το ασανσέρ κατεβαίνει, σου δημιουργείται η αίσθηση πως εσύ είσαι σταθερός μες στο θάλαμο και είναι οι όροφοι που ταξιδεύουν προς τα πάνω, παίρνοντας και το χαμόγελο του παππού πίσω από το τζάμι της πόρτας του 6ου ορόφου.
Και εκεί είναι που συνειδητοποιείς ακούγοντας την αντίστροφη μέτρηση του μικρού, πως πλησιάζει και η ώρα που ο 6ος όροφος θα ανέβει για πάντα ψηλότερα και δεν θα ξανακατέβει ποτέ.
Και εκεί είναι που παθαίνεις πρώτη φορά κρίση πανικού σε ένα ασανσέρ που κινείται.
Οδηγάς στο σπίτι από την ίδια γνώριμη διαδρομή, ενώ ο μικρός κοιμάται στο πίσω κάθισμα στην αγκαλιά της μάνας του. Η νύχτα βοηθά να μην φανεί πως κάποια δάκρυα βρήκαν τον τρόπο να ξεφύγουν. Αλλά δεν σε βοηθά να βρεις το CD με το κομμάτι του Σπανουδάκη «Δεν είναι ο θάνατος που με τυραννάει, ειν’ η στιγμή που περνά και χάνεται."
16 σχόλια:
Τι να πω ρε θεοπρόβλητε!
Κάθε σου ποστ είναι και ένα τσουνάμι αισθημάτων - ιδεών που καταφέρνω μετα βίας να "ρουφήξω" ένα πολύ μικρό μέρος του!
Να είσαι καλά ρε φίλε!
πολύ ωραιο και πολύ κοντά σε μένα
Αυριο μετά από ένα μηνα πάμε να δουμε τους παπουδες
να γελάσουμε και να μάθουμε νέα τους , να δουνε τα παιδιά , να μας γκρινιάξουν για χιλια μύρια ,να αισθανθω παιδι χωρις να χρειάζεται να υποκρινομαι ή να φαινομαι ευγενική , να στραβωμουτσουνιάσω,
να θυμώσω και να κλάψω.
Ο χρόνος σ αυτες τις συναντήσεις γυρνάει πίσω και βουτάει στις καινουργιες στιγμές ,αναβαπτίζεται ένα πράγμα.
Μου θύμισες φίλε τον δικό μου παππού, με τον οποίο είχα ένα μεγάλο δέσιμο. Θυμάμαι μήνες πολλούς μετά τον θάνατό του μου έρχονταν δάκρυα στα μάτια όταν τον σκεφτόμουν, στο άσχετο.
όποιο κι αν είναι το παράπονο με τους παππούδες και τις γιαγιάδες, δεν παύουν να είναι οι γονείς μας. Αν δεν υπήρχαν αυτοί, δεν θα υπήρχαμε και εμείς. Ας μην ξεχνουμε πως και εμείς κάποτε θα γίνουμε παππούδες και γιαγιάδες και δεν θα μας αρέσει η μοναξιά, η ξαφνική απομόνωση απο τη ζωή των παιδιών μας. Κακά τα ψέματα, το κόψιμο του ομφάλιου λόρου στη ζωή γίνεται πολλές φορές. ο πρώτος με τη φυσική γέννα, ο δεύτερος με το ξεκίνημα του σχολείου και την μερική εγκατάλειψη του σπιτιού,ο τρίτος με το στρατιωτικό,ο τέτερτος με το γάμο.Και το κόψιμο αυτό πιο πολύ πονά τους γονείς παρά τα παιδιά. Η αγνωμοσύνη απέναντι της θυσίας των γονέων κάποτε τιμωρείται,το βρίσκουμε μπροστά μας. Δεν χρειάζεται να συμφωνούμε μαζί τους, ούτε και να μας είναι πάντοτε ευχάριστοι με τη μόνιμη μουρμούρα, αρκεί να τους δείχνουμε πως τους αγαπούμε για αυτό που είναι, οι γονείς μας. Εδωσαν τον εαυτό τους για μας όπως ήξεραν, ο Θεός κρίνει, αυτόέίχαν αυτό έδωσαν, μακάρι να δώσουμε στα παιδιά μας περισσότερα απο αυτά που πήραμε.Τους χρωστούμε την αγάπη μας, και αυτή εκδηλώνεται με την παρουσία μας και την ανοχή μας στις γκρίνιες και τα παράπονά τους.Αυτή είναι και η εντολή του Θεού.
Να τους χαίρεσαι θεοπρόβλητε και να μην χάνεις ευκαιρία να πηγαίνεις να τους βλέπεις. Να μην ξεχνάς ότι είναι μεγάλο πράγμα να έχεις την ευλογία από τον πατέρα κι από την μητέρα σου. Κι αν μπορούν τα παιδάκια ας μένουν κι από κανένα βράδυ μαζί τους. Τους ζωντανεύουν στην κυριολεξία.
Τέλος πάντων τα είπαμε και πιο παλιά αυτά, αλλά μην ξεχνάς την ευλογία και την ευχή που παίρνεις από τους γονείς σου. Είναι μεγάλη υπόθεση...
Με συγκίνησες κι εμένα. Με τους "γέρους" όπως τους λέμε εδώ, περνάμε ΟΛΑ τα Σαβ/κα. Επαρχία βλέπεις και το πλεονέκτημα τρανό. Και τι παπούδες! Μόνο προσφέρουν ακόμα, χωρίς να μας ζητάνε τίποτα! Μεγαλείο!
Να πηγαίνεις πιο συχνά από τον μήνα!
Θάρθουμε και στη θέση τους..
Παιδιά, οντως η επαρχια βοηθα στις ανθρωπινες σχεσεις γενικοτερα.
Και με τους γονεις το ιδιο. Στην Αθηνα γινεσαι κομματια για να τα προλαβεις ολα και οταν σου μεινει -επι τελους - λιγος ελευθερος χρονος τον τσιγκουνευεσαι.
Εχετε δικιο πως η ευχη των γονιων ειναι μεγαλη υποθεση καωθως και η ηθικη υποχρεωση να τους συνδραμεις οταν σε εχουν εκεινοι αναγκη.
Υπαρχουν ομως και περιπτωσεις που οι γονεις ηταν τυραννοι, αλλοι ήταν ρεμαλια, άλλοι βίαιοι, αλλοι καυγατζηδες, άλλοι εγκαταλειψαν τις οικογενειες τους, αλλη ειναι μια κακια πεθερα που κανει τη ζωη της νυφης ή του γαμπρου κολαση, τελος δε υπαρχουν και γονεις που η παρεα μαζι τους συχνα πυκνα περιστρεφεται διαρκως και μονιμως σε αρνητικα πραγματα και δεν ειναι ευχαριστη.
Ξερω και ανθρωπους μοναχικους που πας να τους κανεις παρεα και εχουν μεσα τους μια μονιμη κατσουφια και αρνηση, δεν τους ευχαριστει τιποτα, στην ουσια βρισκουν την παρουσια σου σαν μια ωραια αφορμη οχι για να ξεφυγουν απο την γκρινια και την μιζερια τους αλλα τουναντιον σαν ευκαιρια να κολυμπησουν σε αυτη φορτωνοντας και εσενα με το πλεονασμα της.
Εχουμε μια τετοια μοναχικη γειτονισσα που ο γιος της δεν έρχεται να την δει συχνα αλλα δεν τον αδικω. Εμεις που προσπαθουμε λιγο απο ανθρωπια να της σπασουμε την μοναξια, η γυναικα αυτη ειναι ανεκδιήγητη. Όπως ειπε καποιος, με το που την συναντας σου σκοτεινιαζει η μερα.
Οποτε μπορω να καταλαβω γιατι ο γιος της ερχεται σπανια.
Αλλος παλι ηταν τοσο εγωκεντρικο ατομο σε ολη του την ζωη που τωρα στα γεραματα εχει γινει υποχονδριος και κατα φαντασια ασθενης και οταν πανε τα παιδια του να τον δουν, ή θα βλεπει τηλεοραση ακομα και την Μοιραρακη αδιαφορωντας για την παρουσια τους ή θα μιλαει ασταματητα για τις κατα φαντασιαν αρωστειες του. Κανενα αλλο σημειο επαφης.
Ή αλλη μητερα ηταν αρνητικη και μιζερη, ειχε απαιτηση ομως καθε Πασχα να το περνανε μαζι στο εξοχικο τους. Αλλα παντα τους το εβγαζε ξυνο απο την μουμουρα και τη γκρινια: Μην κανετε αρνί εχει κοπο, ουφ αντε να κανουμε την μαγειριτσα, δεν τα κανετε καλα, θα τα κανω εγω σωστα και λιγο μετα ουφ ολα μονη μου τα κανω, κανείς αλλος δεν βοηθά, τι ακαταστασια ειναι αυτη στο σπιτι, αχ τα παιδια σπασανε ενα κλαρακι στον κηπο και μια κατασταση που κατεληγε καθε Πασχα σε κλαματα και δραματα. Αφου με το που ερχοταν το Πασχα αντι να χαρουν τους επιανε καταθλιψη επειδη θα πρπει να πανε να "γιορτασουν" στο εξοχικο.
Οποτε σε τετοιες περιπτωσεις θελει ισχυρα ψυχικα αποθεματα για να κανεις το καθηκον σου αλλα ειναι και καλη αφορμη να δεις και τους δικους σου γονεις σαν "αγγελους".
Poly kalo, mpravo Kapws etsi ais8anomai kai egw Eidika twra pou einai kalokairi kai exoume xrono einai mia katastash pou th zoume..
Χάνεται; Η στιγμή...
Ναι ρε Φωτη, δυστυχως.
Δεν μπορεις να την φερεις πισω την στιγμη. Και αυτο το βλεπεις περισσοτερο με ανθρωπους που φευγουν ή που φυγαν αλλα και από τα παιδια σου που σημερα τα πας απο το χερακι στο Λουνα Παρκ και μεχρι να ανοιγοκλεισεις τα ματια δεν ειναι πια μωρα.
Κάτι περίεργο συμβαίνει εδώ. Κάποιου είδους τηλεπάθεια θέλω να πιστεύω, γιατί οι συμπτώσεις με τρομάζουν.
Πριν λίγες μέρες κήδεψα τον πατέρα μου. Τον "παππού" όπως τον φωνάζαμε τα τελευταία χρόνια, οπότε έγινε (επιτέλους) παππούς. Και πάνω που αναπολώ τη μορφή του, τη λαλιά του, το παράστημά του και ανασκοπώ τη γεμάτη αγώνες και στερήσεις ιστορία του, πέφτω πάνω σ' αυτήν την ανάρτηση και μετά βίας συγκρατώ τα δάκρυά μου.
(Σσσσσσς! Δεν τα συγκράτησα, αλλά μην το πείτε πουθενά. Δεν θέλω να ξέρουν ότι κλαίω).
Theoprovlite,
πρέπει να συγχωρούμε και να μην υπολογίζουμε τις άσχημες στιγμές...
Άσχετο:
Στα αναψυκτικά βάλε και τη Σουρωτή. Καταπληκτική σόδα για όσους δεν την έχουν δοκιμάσει...
Αφαίρεσες δύο σχόλια ή μου φαίνεται;
Εχουν χαθει καποια σχολια;
Εγω δεν αφαιρεσα τίποτα
Τι γινεται με τα σχολια;
Χανονται;
Οχι δεν αφαιρεσα κανενα σχολιο. Δεν ξερω τι μπορει να εχει γινει
Δημοσίευση σχολίου