8/8/08

ΚΑΘΑΡΕΣ ΘΑΛΑΣΣΕΣ


Γύρισα.
Πέρασα απίθανα.

Πασαλείφθηκα με τα αντιηλιακά μου. Μοσχομύριζα Καρύδα και Μάγκο.

Κάπνιζα με τις ώρες στην παρθένα αμμουδιά χαζεύοντας τους άλλους. Μέτραγα τις γόπες μου στην άμμο. Τις ξεχώριζα από των άλλων απ' το φίλτρο.

Έπινα και το φραπέ μου στην σεζ λόνγκ μου. Οι ηλίθιοι, να μην έχουν ούτε ένα κάλαθο αχρήστων στην παραλία. Φταίω εγώ που άφηνα τα πλαστικά ποτηράκια του φραπέ κάτω από τα δένδρα; Φταίει η άλλη που έθαψε το σερβιετάκι της στην άμμο και το βρήκε ο μικρός σκάβοντας με το φτυαράκι του; Όχι κύριοι νησιώτες, δεν είμαι υποχρεωμένος να μαζεύω και τα σκουπίδια μου ούτε τις γόπες μου. Τόσα λεφτά σας ακουμπάω. Να κάνετε και εσείς κάτι.

Δονήθηκα -όπως και τα πάντα γύρω μου, η άμμος, τα δένδρα, τα ζωντανά- στο ρυθμό του Beach Bar. Δεν ήταν ακριβως μουσική. Ήταν ήχοι, ένα ασταμάτητο ντούγκου-ντούγκου σαν μιά φάμπρικα που δουλεύει πάνω στην παραλία 9 με 7. Αισθανόμασταν σαν στο σπίτι μας. Αυτό το σπλας-σπλας από το κύμα μετά από λίγο σου την δίνει στα νεύρα. Ενώ το ντούγκου-ντούγκου το συνηθίζει ο εγκέφαλος.

Είδα και άφθονη τηλεόραση στην καφετέρια. 'Επιανα και την κατάλληλη θέση απέναντι από την οθόνη για να μην στραβολεμιάζω την ώρα που κατεβαίνει η γουλιά.

Έκοψα βόλτες στα στενα δρομάκια με το τεράστιο 4x4 και διασκέδαζα με τους μαλάκες που ανέβαιναν στα πεζούλια για να μην τους πατήσω. Είχε πολύ πλάκα.

Το βράδυ το περνούσα στην Χώρα σε ωραία μπαράκια. Δηλαδη παλιά σπίτια ήταν που τα μετέτρεψαν σε μπαράκια. Είχε πολύ πλάκα να βλέπεις τις γριές παραδίπλα να ξενυχτούν μαζί σου επειδή δεν μπορούν να κοιμηθούν από την μουσική και τα χαχανητά. Παιδιά υπομονή. Λίγο ακόμα και θα ψοφήσουν όπου νάναι όλες αυτές οι κωλόγριες και οι κωλόγεροι που διαμαρτύρονται ενάντια στην εξέλιξη του νησιού. Δεν βλέπουν το καλό του τόπου τους οι ηλίθιοι. Στενόμυαλοι. Γι αυτό δεν θα γίνουν ποτέ Μύκονος.

Μετά έκανα και μια βόλτα για αναζήτηση μεζονέτας. Έχουν κτισθεί παντού σε όλο το νησί. Νάναι καλά το Real Estate που αξιοποιεί και τις ξερολιθιές. 2.800 ευρω το τ.μ. Όλος ο καλός κόσμος έχει και μια μεζονέτα σε νησί σήμερα. Απορώ πως έχω μείνει τόσο πίσω.

Σκάφος έφερε ο φίλος μου από την Αθήνα. Κάναμε τις βόλτες μας και τα γκάζια μας σε όλες τις παραλίες. Ρίχναμε άγκυρα στο καλύτερο σημείο χωρίς να έχουμε κανέναν μαλάκα δίπλα μας. Ωραία είναι να βλέπεις τον όχλο από απέναντι. Μετά την βουτιά στην θάλασσα ξεπλενόμαστε και λουζόμαστε στο κατάστρωμα. Είχε πλάκα να βλέπεις τις κυράτσες να παραμερίζουν τους αφρους από το σαμπουάν για να κολυμπήσουν. Αν δεν γουστάρουν όμως να πάνε αλλού. Αφού βλέπεις κυρά μου πως εδώ υπάρχει σκάφος! Τι έρχεσαι να κολυμπήσεις εδω;

Μετά το ντους, από το σκάφος πηγαίναμε με το φουσκωτό για αστακομακαρονάδα στο γραφικό ταβερνάκι. Έφαγα και φρέσκο ψάρι. Τουλάχιστον για φρέσκο το πλήρωσα. Πάντως μας είχαν μονίμως τραπέζι ρεζερβέ.

Κάναμε και καμμιά βόλτα με το 4x4 στα πίσω χωριά να δούμε πως ζουν οι πρωτόγονοι. Ο γιός μου είδε και μία κότα. Του έχω βέβαια σε DVD όλη τη σειρά του National Geographic αλλά άλλο είναι να βλέπεις κότα από κοντά.

Τα δωμάτια ήταν φανταστικά. Με την πισίνα τους, τα jacuzzi και τα όλα τους. Όλα κι όλα! 250 ευρω την βραδυά πληρώνω αλλά τα θέλω όλα στο πιάτο. Την βγάλαμε και στην πισίνα αρκετά. Με τα ποτά μας, τη μουσική μας.

Οι γυναίκες έκαναν και το shopping τους στο λιμάνι. Όλο με σακούλες πηγαινοερχόντουσαν. Αλλά τι να κάνεις; Τη γυναίκα αν δεν την αφήσεις για shopping να φτιαχτεί, δεν έχει κοκό το βράδυ.

Αλλά όλα τα ωραία έχουν και ενα τέλος. Νά 'μαστε πάλι εδώ. Και εδώ καλά περνάμε βέβαια. Με τα Beach Bar μας, τα κλαμπάκια μας, το shopping μας. Εντάξει, κότες και γαϊδουράκια δεν έχει, αλλά όποτε θέλουμε να δούμε, DVD έχουμε.

Τώρα κάνω ένα αφρόλουτρο να ξεπλυθώ από αυτά που κουβαλάω.
Έξω μου και μέσα μου.

Καλό Χειμώνα!
(και καλή νέα αρχή)



Έχω πάψει να πιστεύω πια
το ποίημα της Aγάπης
το ποίημα της παρηγοριάς
της πιο γλυκιάς απάτης

Τώρα μοιάζει όνειρο
που το ΄σβησε η μέρα
κι είναι η μέρα σκοτεινή
και πώς να δεις πιο πέρα

Μα κι αν εγώ έχω χαθεί
μη με ξεχνάς ποτέ Eσύ

Δως μου μια νέα αρχή
μεσ΄ στην καμένη γη
Μεσ΄ στην καμένη γη
μη με ξεχνάς Eσύ

Έχω πάψει να πιστεύω πια
τα ίδια παραμύθια
που κάποτε ορκίστηκα
πως λένε την αλήθεια

Τώρα δε βρίσκω τίποτα
και τίποτα δε χάνω
κι από τούτη τη ζωή
αξίζω παραπάνω

Μα κι αν εγώ έχω χαθεί
μη με ξεχνάς ποτέ Eσύ

Έχω πάψει να φοβάμαι πια
τον αυστηρό Σου νόμο
μου είχε κόψει τα φτερά
μου έκλεινε το δρόμο

Τώρα πάω πια παντού
μα πουθενά δε φτάνω
κι όσο χρωστάω πιο πολλά
ξοδεύω παραπάνω

Μα κι αν εγώ έχω χαθεί
μη με ξεχνάς ποτέ Εσύ

Δως μου μια νέα αρχή
μεσ΄ στην καμένη γη
Μεσ΄ στην καμένη γη
μη με ξεχνάς Εσύ

Ν. Πορτοκάλογλου

HOLIDAYS IN TURKEY


Ή, ΑΓΙΕΣ ΜΕΡΕΣ ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ

Το να πας για διακοπές στην Τουρκία είναι μια γεναία απόφαση. Έχεις να αντιπαλέψεις με τις ενοχές σου πως "χρηματοδοτείς αυτόν που σε επιβουλεύεται". Ντρέπεσαι και να το αποκαλέσεις "διακοπές" γι΄ αυτό μπορεί και να το βαπτίσεις "προσκύνημα".

Εγω όμως δεν το βάπτισα έτσι. Έχω αρκετό θάρρος να λέω πάντα τα πράγματα με το όνομά τους, είτε γιατί δεν μου πάει να παίζω ρόλους σε στημένες παραστάσεις, είτε γιατί το γνώθι σ' εαυτόν ελευθερώνει.

Πήγαμε λοιπον στην Τουρκία για διακοπές. Ή μάλλον ΚΑΙ για διακοπές.

Πήγαμε γιατί σπάστηκα να μου ζητούν μια περιουσία την βραδυά τα κοπρόσκυλα τα δικά μας για να κάνω διακοπές στον τόπο μου/τους/μας, τα "πολύπαθα, και ευαίσθητα ελληνικά νησιά" τα οποία δεν γίνονται ΚΑΘΟΛΟΥ ευαίσθητα όταν είναι να σε αρμέξουν αισχροκερδώντας.

Πήγαμε γιατί η επικοινωνία με τον "αντίπαλο" ή τον άγνωστο με γοήτευε σαν εγχείρημα και πάντως δεν με φοβίζει ποτέ. Άλλωστε δύσκολα θεωρώ κάποιον άλλον ως "αντίπαλο".

Δεν μου αρέσει να οχυρώνομαι και να πετροβολώ, αλλά δεν υποχωρώ καθόλου πίσω από την κόκκινη γραμμή που θεωρώ σημείο συνάντησης. Με άλλα λόγια το γενικό ξεπούλημα κάτι ξεΣυριζομένων που αναγνωρίζουν φιλίες εκεί που δεν υπάρχουν και μειονότητες Μακεδόνων και Τσάμηδων σε βάρος του λαού τους και υπέρ των συμφερόντων των εθνικιστών και των στρατηγών της άλλης πλευράς και των Αρχιστράτηγων της Νέας Τάξης δεν μου πάει, όσο και υπερεθνικιστικές κορώνες.

Πήγαμε για να δώσω και ένα ηχηρό ράπισμα στην απάτριδα (και άρα πιό επικίνδυνη και από Τουρκάλα) κυρία Ρεπούση, διδάσκοντας στα παιδιά μου - και διδασκόμενος - την πραγματική ιστορία.
Ομολογώ πως το εγχείρημα πέτυχε απολύτως. Διότι

και καλά και φτηνά περάσαμε
και μορφωθήκαμε βλέποντας αρχαιολογικούς χώρους και μνημεία
και γνωρίσαμε τις χαμένες - για μας- πατρίδες
και φιλίες κάναμε
και είδαμε πως ο απέναντι λαός είναι πιό συμπονετικός, φιλικός και χαμογελαστός από τον εξαχρειωμένο-εξευρωπαϊσμένο δικό μας.

Τουτέστιν: Το Ορθόδοξο πνεύμα στην πράξη ζει και βασιλεύει στη Μικρασιατική γη.

Το πνεύμα όμως. Γιατί το γράμμα είναι διαφορετικό. Δεν είναι το βαθύ κράτος που τελικά φαίνεται χωρίς να φαίνεται, δεν είναι οι στρατηγοί και οι γκριζοι λύκοι που κυκλοφορούν μασκαρεμένοι σαν φυσιολογικοί άνθρωποι. Είναι αυτή η καταπάτηση καποιων ανθρωπίνων δικαιωμάτων που συμπυκνώνονται σε δύο βασικούς άξονες.

1. Η αναβάθμιση του Κεμαλ σε αθάνατο θεό - δικτάτορα που επιβλέπει ΤΑ ΠΑΝΤΑ: Τις εγκαταλελειμένες εκκλησίες, τις παιδικές χαρές, τα δημοσια κτίρια, τις τραπεζες, τα εστιατόρια, τα λεωφορεία, τα σχολεία, κανοντας το γνώριμο σε μερικούς από μας πορτραίτο του Βασιλέως ή του δικτάτορα Παπαδόπουλου ως οικογενειακή φωτογραφία.

Αυτά τα μάτια του Κεμαλ με τις κρυμένες κάμερες από πίσω, σε παρακολουθούν παντού. Ακόμα και στην εκκλησία του Αγ. Χαραλάμπους στο Τσεσμέ (φωτό) που την κατήντησαν παζάρι (γι αυτό και εγω φωνάζω να δείχνουμε περισσότερο σεβασμό στα μουσουλμανικά Οθωμανικά μνημεία στην Ελλάδα). Και φονιάς να μην ήταν ο Κεμάλ, και φωτογραφία του ίδιου σου του πατέρα να ήταν, καποια στιγμή θα σου ερχόταν να ξεράσεις.

2. Η έλλειψη ανεξιθρησκείας η μάλλον ο έμμεσος διωγμός της, ακόμα και ως Ισλαμ. Φαίνεται πως οι δικοί μας οι Ξεσυριζομένοι και οι θρησκοκάπηλοι ψηφοθήρες-εκσυγχρονιστές της γαλαζοπράσινης δεξιάς, έχουν βάλει την Τουρκία των στρατηγών σαν πρότυπο.

Όμως όλα αυτά στην γείτονα χώρα είναι μια τεχνητή εικόνα, για άλλους άνωθεν επιβεβελημένη με τη βία, ενώ για άλλους υιοθετημένη με την προπαγάνδα.


Διότι τι να σκεφτεί κανείς όταν ανήμερα τον Δεκαπενταύγουστο πηγαίνει στο "Σπίτι της Παναγίας" στην Έφεσσο και συνειδητοποιεί πως τα χιλιάδες αυτοκίνητα ΔΕΝ ανήκαν σε τουρίστες αλλά σε Τούρκους προσκυνητές; (φωτο)

Τι να σκεφτεί κανείς όταν βλέπει τις μουσουλμάνες με την μαντήλα να περιμένουν στην σειρά για να πάρουν αγίασμα;

Τι να σκεφθεί όταν βλέπει τα χιλιάδες κουρελάκια- τάματα των μουσουλμάνων είτε στο σπίτι της Παναγίας είτε στο Σπήλαιο των 7 Παίδων εν Εφέσσω; (φωτο)

Παθαίνεις βέβαια και ένα σοκ όταν σε πλευρίζουν διακριτικά μερικοί Κρυφοέλληνες κρυπτοχριστιανοί που ζουν ακόμα στα μικρασιατικά παράλια παριστάνοντας τους Τούρκους.

Συνειδητοποιείς επίσης πως οι μισοί - αν όχι όλοι - οι Τούρκοι που σου πιάνουν με χαρά κουβέντα (στα Αγγλικά) είναι Τούρκοι-Ελλαδίτες από την Καστοριά, το Κιλκίς, την Καβάλα ακόμα και από τα Σκόπια (ναι, Ελλαδίτες από τα Σκόπια, κατά δική τους δήλωση) και ξεριζώθηκαν με την βία από τα σπίτια τους, όπως και οι δικοί σου πρόσφυγες, επειδή έτσι το θέλησε η τότε Νέα Τάξη πραγμάτων και οι άνθρωποί της Βενιζέλος-Κεμάλ).

Αλλά τόσες χιλιάδες τάματα και τέτοια κοσμοσυρροή ΔΕΝ δικαιολογείται σε μία Μουσουλμανική χώρα με θεωρητικά ανύπαρκτο Χριστιανικό ποίμνιο.

Εκει λοιπόν συνειδητοποιείς πως όλοι αυτοί, (σαν την Τούρκικη οικογένεια δίπλα σου που ανάβει κερί και φορά μέσα από το πουκάμισο Σταυρό!) δεν εκδηλώνονται ελεύθερα όπως θα μπορούσαν σε μια δημοκρατική χώρα.

Εσύ πάντως καταλαβαίνεις πια εντελώς, πως τόσο η πίστη όσο και η δημοκρατία δεν έχουν να κάνουν με το φαίνεσθαι, αλλά με το είσθαι.


4/8/08

ΚΡΙΣΗ ΠΑΝΙΚΟΥ

ΚΑΙ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ

Είναι αυτές οι τύψεις πως έχω να δω τον πατέρα μου κανένα μήνα που με κάνουν να αφήσω στην άκρη ότι άλλο κάνω, και με την γυναίκα μου και τον μικρό Ιάσονα να πάμε να δούμε τον Μεγάλο.

Ένα αναπάντεχο τηλεφώνημα ότι "ερχόμαστε", μιά χαρούμενη απάντηση στην άλλη πλευρά της γραμμής και τα τηγάνια ξεκρεμιούνται, η κατάψυξη ανοιγοκλείνει και σε λίγο θα τρώμε όλοι μαζί στο μπαλκόνι του 6ου ορόφου «ό,τι βρεθεί πρόχειρο».

Στο δρόμο για τον «παππού» φορτώνω τις ενοχές μου σε αυτόν τον σύγχρονο τρόπο ζωής που αποξενώνει τους ανθρώπους, που τους ξενιτεύει στην ίδια πόλη. Ξέρω καλά όμως πως δεν είναι μόνο αυτό. Είναι λίγο και όλες αυτές οι ιστορίες οικογενειακής γκρίνιας και απωθημένων που έχεις βαρεθεί να ακούς για 103η φορά – αφού τις έχεις μάθει απέξω- είναι και κάτι παράπονα και τραύματα που έχεις και εσύ ο ίδιος από τα παιδικά σου χρόνια, που αν και έχουν επουλωθεί, η αλλαγή του καιρού ενίοτε σου τα θυμίζει σαν κάποιο παλιό σημάδι από τον πόλεμο. Ναι, είναι κι' αυτά μέσα σ' όλα, που σε κάνουν να θεωρείς μια επίσκεψη στους γονείς σου και λίγο σαν αγγαρεία και κάπως σαν «υποχρέωση».

Εκεί στον 6ο όροφο θα φάτε ότι βρέθηκε από την κατάψυξη που δεν αδειάζει ποτέ, θα πείτε τα τελευταία νέα, θα μιλήσετε για τις τελευταίες αρρώστιες των γέρων και τα τελευταία τους μικροατυχήματα ψευτογελώντας με το αυτοσαρκαστικό «ε, ο γέρος ή από πέσιμο θα πάει ή από χέσιμο», θα στρίψετε εντέχνως τη συζήτηση σε άλλο θέμα προκειμένου να μην ακούσετε την ίδια παραπονεμένη ιστορία για 104η φορά, θα κάνετε χάζι και τον Μεγάλο Ιάσονα που κάνει χάζι τον Μικρό που προσπαθεί να παραστήσει τον μεγάλο, και θα γελάσετε καθώς το αεράκι του 6ου ορόφου θα πάρει μαζί του στην αιωνιότητα την στιγμή που περνά και χάνεται.

Χαίρεται ο παππούς καθώς ο μικρός συνονόματός του τού επιδεικνύει πως έμαθε να μετρά, διαβάζοντας ακόμα και τα νούμερα στις πόρτες των ορόφων:

1...2...3...4...5...6.

Μετά σαν η ώρα περάσει και πρέπει να φύγετε, ο παππούς θα σας συνοδεύσει μέχρι την πόρτα του ασανσέρ ρουφώντας απ' το τζαμάκι μέχρι τελευταία στιγμή τα μικρά ποδαράκια και χεράκια που τεντώνονται για να πατήσουν εκείνα το κουμπί, ιδιαίτερα τώρα που έμαθαν να αναγνωρίζουν και τα νούμερα. Τη θυμάσαι αυτή τη σκηνή να επαναλαμβάνεται χρόνια τώρα, όταν κατά περιόδους τα χεράκια αυτά ήταν διαφορετικά, πριν τα δεις να μεγαλώνουν και να γίνονται χέρια, για να δώσουν τη σειρά τους σε άλλα χεράκια που μεγάλωσαν κι αυτά.

Θυμάσαι και το πρόσωπο του παππού που σας κοιτά από το παραθυράκι της πόρτας του ασανσέρ. Σαν πορτραίτο με κορνίζα μια πόρτα, και με λεζάντα 6ος ΟΡΟΦΟΣ. Μόνο που και εκείνο μεγαλώνει όπως και τα χεράκια: Κάθε νέο πορτραίτο γίνεται και πιο γκρίζο από το προηγούμενο.

Τα χεράκια θα πατήσουν το κάτω κουμπί και ο θάλαμος σε λίγο θα προσγειωθεί στην ματαιότητα του κόσμου αυτού που κάνει τον πλανήτη να φαίνεται σαν από κινούμενη άμμο, ενώ ο μικρός Ιάσονας θα έχει αναλάβει την αντίστροφη μέτρηση:

6...5...4...3...2...1.

Αν και το ασανσέρ κατεβαίνει, σου δημιουργείται η αίσθηση πως εσύ είσαι σταθερός μες στο θάλαμο και είναι οι όροφοι που ταξιδεύουν προς τα πάνω, παίρνοντας και το χαμόγελο του παππού πίσω από το τζάμι της πόρτας του 6ου ορόφου.

Και εκεί είναι που συνειδητοποιείς ακούγοντας την αντίστροφη μέτρηση του μικρού, πως πλησιάζει και η ώρα που ο 6ος όροφος θα ανέβει για πάντα ψηλότερα και δεν θα ξανακατέβει ποτέ.

Και εκεί είναι που παθαίνεις πρώτη φορά κρίση πανικού σε ένα ασανσέρ που κινείται.


Οδηγάς στο σπίτι από την ίδια γνώριμη διαδρομή, ενώ ο μικρός κοιμάται στο πίσω κάθισμα στην αγκαλιά της μάνας του. Η νύχτα βοηθά να μην φανεί πως κάποια δάκρυα βρήκαν τον τρόπο να ξεφύγουν. Αλλά δεν σε βοηθά να βρεις το CD με το κομμάτι του Σπανουδάκη «Δεν είναι ο θάνατος που με τυραννάει, ειν’ η στιγμή που περνά και χάνεται."